вертушка - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

вертушка - translation to πορτογαλικά


вертушка      
(устройство) torniquete (m) ; borboleta (f) (Bras.) ; (телефон) {простореч.}linha telefônica governamental ; {простореч.}(вертолет) helicóptero (m) ; {тех.} molinete (m) ; (дверь) porta giratória ; (о женщине) mulher estouvada, serigaita (f)
torniquete         
PÁGINA DE DESAMBIGUAÇÃO DA WIKIMEDIA
турникет, вертушка
molinete         
гидрометрическая вертушка

Ορισμός

вертушка
ВЕРТ'УШКА, вертушки, ·муж. и ·жен.
1. ·жен. Термин для обозначения разного вида и назначения вертящихся предметов, снарядов. Дверная вертушка.
2. ·жен. Аппарат автоматического телефона (с вращающимся диском для вызова нужного номера; неол. ·разг. ). Позвонить по вертушке.
3. ·муж. и ·жен. Легкомысленный, ветреный человек, преим. о женщине (·разг., с оттенком шутливого порицания).

Βικιπαίδεια

Вертушка
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για вертушка
1. Проходная- "вертушка", охранник, кафельные стены.
2. "Вертушка" вынуждена совершить экстренную посадку.
3. "Вертушка" способна подняться только до 5500 метров.
4. Анна Аглатова из Большого - очаровательная вертушка Сюзанна.
5. Вертушка, раскачивая палатки, опустилась на поляну.